Ο ήλιος ξεκίνησε να γλύφει το πρόσωπο μου, ένα κύμα ζεστού αέρα ήρθε και το χάιδεψε. Ήμουν ανάμεσα στην καρδιά του καλοκαιριού. Τα πόδια μου παίζανε με τα κύματα. Έκανα βόλτες περπατώντας μέσα στην άμμο με πίεση. Πίεζα τα πόδια μου μάλλον για να σιγουρευτώ ότι είμαι εκεί.
Το εκεί, δεν αφορούσε την θάλασσα, αλλά το μακριά. Ήμουν μακριά απ΄όλους κι όλα. Μια βαθιά αναπνοή,έφυγε από τα χείλη μου την ώρα που το συνειδητοποίησα. Είμαι μαζί με τον εαυτό μου κάνοντας την καλύτερη παρέα. Όχι δεν είναι έρωτας με το είδωλο μου. Είναι μια ανάγκη που αποκτάς στην πορεία, όταν έχεις δώσει πολλά κομμάτια του εαυτού σου. Σας φρόντισα, σας αγάπησα, σας ικανοποίησα τις ανάγκες, μα είμαι και εγώ εδώ! Σκέφτηκα τόσο δυνατά που από την ένταση κλότσησα το κύμα. Γέλασα και ξάπλωσα στην άμμο.
Το ελαφρύ κύμα έπεφτε πάνω μου σαν μικρή σφαλιάρα, για να με ξυπνήσει από τον κοινωνικό λήθαργο που είχα πέσει. Αυτός ο κοινωνικός λήθαργος είναι ύπουλος να τον προσέχετε. Σε υπνωτίζει και ξεκινάς να μην βλέπεις τα πραγματικά πρόσωπα των ανθρώπων. Αρχίζεις και αποκτάς θολή κρίση για τα όρια σου. Σε παρασύρει η γοητεία του να βοηθάς. Εκεί όμως στην υπερβολή του δίνω, ξεκινάς μια αθόρυβη επίθεση με τον ίδιο σου τον εαυτό. Δεν του μιλάς, τον αγνοείς.
Ακούς τις κοινωνικές φωνές των άλλων. Δεν είσαι τρελός. Απλά άφησες τον εαυτό σου σε ένα σεντούκι που τα κλειδιά τα έχουν άλλοι. Αναρωτιέσαι…
– τι σεντούκι είναι αυτό και γιατί έχουν οι άλλοι τα κλειδιά?
-Τα έχουν γιατί εσύ τους όρισες ως ‘”διασκεδαστές και φροντιστές” του εαυτού σου…Πότε το έκανες? Όταν οι δικές τους ανάγκες είχαν περισσότερο σασπένς από την ίδια σου την ζωή.
-Τώρα εκεί θα μείνω στο σεντούκι?
-Όχι τώρα θα το ανοίξεις και θα απελευθερώσεις κάθε αρνητικό συναίσθημα που έχεις. Δες το παρελθόν σαν την πυξίδα του μέλλοντος. Μάθε από ότι έχεις ζήσει μέχρι τώρα και τροποποίησε τα όρια σου.
Άνοιξα τα μάτια μου. Η εικόνα από εκείνο το σεντούκι δεν έλεγε να φύγει. Μα τι όνειρο ήταν αυτό. Μου μιλούσε το σεντούκι σαν να ήταν ο παραμελημένος μου εαυτός. Ανάμεικτα τα συναισθήματά μου γιατί όσο αρνητικά κι αν ήταν, η ομορφιά της βασίλισσας θάλασσας που είχα μπροστά μου, δεν μου επέτρεπε να τα κουβαλάω άλλο μέσα μου. Σηκώθηκα νωχελικά και χωρίς δεύτερη σκέψη μπήκα κάτω από το νερό. Λίγο πιο κάτω ανύψωσα το κεφάλι μου, ανέπνευσα και χαμογέλασα πλατιά. Είπα νιώθω ευγνωμοσύνη, που ήμουν μακριά από των θόρυβο των άδειων ανθρώπων που κάνουν σαν τενεκεδάκια τσίγκινα μισογεμάτα χαλίκι.
Βγήκα από το νερό η βαθιά ανάσα που πήρα ένιωσα να πλημμυρίζει κάθε μου κύτταρο με ευγνωμοσύνη . Η αγάπη και η εκτίμηση για όσα έχω μου έδωσε δύναμη.
Αγάπησα την απόσταση σε αυτό το ταξίδι γιατί με έμαθε ότι, η απόσταση στις καρδιές των ανθρώπων είναι η χειρότερη και όχι αυτή των χιλιομέτρων.
Η απόσταση δεν έχει σημασία. Είναι το πρώτο βήμα που μετράει.